περιπλάνηση

περιπλάνηση
[-ις (-εως)] η блуждание, скитание

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "περιπλάνηση" в других словарях:

  • περιπλάνηση — η το να περιφέρεται κανείς αναζητώντας κάτι: Η περιπλάνησή μας στο δάσος, για να βρούμε το δρόμο, ήταν πολύωρη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • περιπλάνηση — η / περιπλάνησις, ήσεως, ΝΜΑ [περιπλανώμαι] άσκοπη μετακίνηση σε διάφορους τόπους νεοελλ. εκτροπή από τον σωστό δρόμο, χάσιμο τού δρόμου …   Dictionary of Greek

  • περιπλανήσῃ — περιπλανήσηι , περιπλάνησις wandering about fem dat sg (epic) περιπλανάομαι wander about aor subj mp 2nd sg (attic ionic) περιπλανάομαι wander about fut ind mp 2nd sg (attic ionic) περιπλανάομαι wander about aor subj mid 2nd sg (attic ionic)… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άλη — (Αλή Ιμπν Αμπού Ταλίμπ, Μέκκα περ. 598 – Κούφα 661 μ.Χ.). Πρώτος μαθητής, εξάδελφος και γαμπρός του Μωάμεθ. Υπήρξε ο τέταρτος από τους κατευθείαν διαδόχους του προφήτη που άσκησαν την εκτελεστική εξουσία στη μουσουλμανική κοινότητα. Οι… …   Dictionary of Greek

  • αλητεία — Η άσκοπη περιπλάνησηη τυχοδιωκτική ζωή, η αγυρτεία. Στην κατάσταση αυτή περιέρχονται οι άνθρωποι εκείνοι που δεν έχουν στέγη, στερούνται τα μέσα της συντήρησής τους και περιφέρονται χωρίς σκοπό. Στον Μεσαίωνα μια μορφή αλητείας ήταν τα τάγματα… …   Dictionary of Greek

  • ορεινόμος — ὀρεινόμος και ὀρειονόμος, και ὀρεσσινόμος, ον (Α, Μ ὀρεσινόμος, ον) 1. αυτός που βόσκει στα όρη («ὀρεινόμος αἴξ», Θεόφρ.) 2. αυτός που συνέβη στα όρη ή αυτός που περιπλανιέται στα όρη ή που αναφέρεται στην περιπλάνηση ανά τα όρη (α. «τάν τ… …   Dictionary of Greek

  • περιπλανητικός — ή, ό ΝΑ [περιπλανώμαι) αυτός που γίνεται με περιπλάνηση ή αυτός που συνεπάγεται περιπλάνηση …   Dictionary of Greek

  • πολυπλαγκτοσύνη — ἡ, Α [πολύπλαγκτος] περιπλάνηση σε πολλά μέρη, μεγάλη περιπλάνηση …   Dictionary of Greek

  • ρέμβη — ῥέμβη, η, ΝΜΑ νεοελλ. ο ρεμβασμός, η ευάρεστη περιπλάνηση τής φαντασίας και τής σκέψης αρχ. μσν. η περιπλάνηση, το να γυρίζει κάποιος εδώ κι εκεί. [ΕΤΥΜΟΛ. Υποχωρητ. παρ. τού ρ. ῥέμβομαι] …   Dictionary of Greek

  • Kalamata — 37° 01′ 52″ N 22° 06′ 42″ E / 37.031131, 22.111702 …   Wikipédia en Français

  • Σινά — Χερσόνησος της Αιγύπτου, που βρίσκεται μεταξύ των κόλπων του Σουέζ και της Άκαμπα. Έχει έκταση 65 000 τ. χλμ. και στο μεγαλύτερο μέρος της είναι άνυδρη και άγονη. Ολόκληρο το νότιο τμήμα της αποτελείται από ένα κρυσταλλοπαγή ορεινό όγκο, που… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»